Ένα κείμενο που μιλάει στο (ή για το) όνομα του Πατρός είναι, σε κάθε περίπτωση, υποχρεωμένο ν΄ ασχοληθεί με το σημαίνον Πατήρ. Τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα μπορεί να τ΄ αγνοήσει, άμα γουστάρει ο συγγραφέας, χωρίς να πλήξει καθόλου το όποιο επιστημονικό-φιλοσοφικό κύρος του πονήματος.
Δεν είναι της παρούσης να μπλέξουμε με την παπαριά του Filioque (Φιλιόκβε) και την «τριαδικότητα» του όντος ή του Θεού (όντως ΟΝ, κατά πολλούς θρησκευόμενους). Τυπικά, είμαι επίσης υποχρεωμένος να τηρήσω κάποιους κώδικες σοβαρότητας σ΄ ένα τέτοιο δημιούργημα, αλλά ως Δαίμων αρνούμαι να υποταχθώ σε εξουσιαστικές νόρμες που επιθυμούν * να επιβάλουν το κύρος (επομένως τον πατέρα) ως παρουσία με διυποκειμενικά και εντελώς εξουσιαστικά (από τα πάνω) επιβαλλόμενα κανονιστικά διατάγματα του λόγου. Η ευπρέπεια του (κάθε) κειμένου μου προκαλεί αναγούλα και η παιγνιώδης φύση μου ** επιβάλει να τα κάνω σχεδόν πάντα πουτάνα. Στη φύση δεν περνούν τσαμπουκάδες. Επειδή ειδικά σε αυτή τη συγκυρία θέλω να σπάσω τη φιλοσοφική βαρβατίλα (έκταση ή και βάθος του Πατρός) θα παρεμβάλλω λαϊκά και ελιτίστικα μικρό-αφήγηματα και media του συρμού.
Το σημαινόμενο Πατριαρχία είναι άρρηκτα δεμένο με το σημαίνον;;; Μήπως είναι η Πατριαρχία το σημαίνον και ο Πατήρ το σημαινόμενο;;;
Η επιθυμία *** να γαμάς «αδερφές» ή ακόμα και να «γαμάς» γενικώς είναι το υλικό σημαινόμενο του Πατρός. Αυτό από μόνο του δεν είναι Πατριαρχία. Για να το δώσω με κάπως παραστατική εικόνα, με κίνδυνο να κάνω χυδαίο βιταλισμό, ο φαλλός που διεισδύει σε μουνί, στόμα ή κώλο είναι το σημαίνον του βίου που πάσχει από έλλειψη κυριαρχίας ή αυτοκυριαρχίας. Ο φαλλός επιθυμεί την διαιώνιση (αιώνια δόξα) και επιφέρει (επιτυγχάνει) διά της διεισδύσεως, με την βοήθεια της τύχης (που οι μοντέρνοι επιστήμονες αποκαλούν οργανωμένο χάος), την διαιώνιση του είδους. Έτσι ο φαλλός γίνεται Λόγος και ο Λόγος φαλλός, ο μεγάλος Φαλλός.
Ο Λιάκος οφείλει και είναι υποχρεωμένος, εκ της θέσεως του και της πρόφασης που χρησιμοποιεί κατά κόρον ότι είναι φορέας εθνολαϊκής ιδεολογίας-ιδεοληψίας, να γνωρίζει ότι όταν γαμάς μια «αδερφή» είσαι «αδερφή» επίσης. Ο σοφός λα(γ)ός το λέει θεσπέσια: «σημερινός κωλομπαράς αυριανός πούστης». Όλα τούτα πριν επιβληθεί η «πολιτική ορθότητα», στην εποχή που ακόμα ο Λόγος, ο κάθε Λόγος, ακόμα κι ο λαϊκός Λόγος (ή ειδικά ο λαϊκός Λόγος) παρήγαγαν σκέψη και εμπέδωναν το νόημα… έμπλεος χυμών Λόγος (χιούμορ). Ο κάθε τυχαίος λαϊκός, ως δείγμα από το σωρό, δεν περίμενε τα κνώδαλα του αριστερισμού και του φιλελερισμού για να εκφράσει τους συμβολισμούς και να εκφραστεί γενικώς, από άγαρμπα έως ευφάνταστα. Αυτό που καταφέρνουν οι προαναφερόμενοι «μορφωμένοι ηλίθιοι» κατεβάζοντας βιβλιοθήκες, για να τις ξεφυλλίσουν βεβαίως αφού δεν μπορούν να τις «γαμήσουν», ο «ανθρωπάκος» (των ελιτιστών) το επιτυγχάνει στο «σχολείο της ζωής» αβίαστα ή πιεζόμενος από τις ανάγκες του βίου. Σε κάθε περίπτωση, το μέγα πλήθος, αντιλαμβάνεται πόσο στόκος και τζάμπα μάγκας είναι ο Λιάκος. Οι μόνοι που δεν το αντιλαμβάνονται ή δεν θέλουν να το παραδεχθούν είναι το ΚΔΟΑ ή απλώς ΟΑ κοπάδι της Χρυσής Αυγής. Το ανάλογο φαινόμενο παρατηρούμε και στο αντίπαλο στρατόπεδο. Οι συριζαυγίτες (το κοπάδι του Τζίφρα) δεν αντιλαμβάνονται ή δεν θέλουν να παραδεχθούν πόσο μαλάκας είναι ο Τζίφρας και πόσο τριμάλακες είναι όλοι σχεδόν οι ινστρούχτορες και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Αν ο Πατέρας, που έχεις αποδεχθεί και θαυμάζεις, συμβολικός ή πραγματικός (αδιάφορο), είναι βλάκας ή περίπου βλάκας, τότε αυτονόητα τα «παιδιά» (του) είναι βλακωδέστερα…
Ο Λιάκος «γάμησε» εξαιτίας της αηδίας **** που του προκαλεί το μνημόνιο. Όταν γαμάς εξαιτίας απέχθειας (αρνητικά) δεν το απολαμβάνεις.. Για ηδονή ούτε λόγος.. Το φιλοθεάμον φασιστικό κοινό όλο και κάτι απολαμβάνει, αφού ο Λιάκος έκανε τη βρώμικη και κοπιαστική δουλειά. Απόλαυση, έστω και ελάχιστη, χωρίς κούραση, είναι απόλαυση. Είναι ακριβώς η απόλαυση που δεν έχει (είναι) ηδονή. Ακραίο παράδειγμα της διαστροφής αυτής είναι για παράδειγμα ο ματάκιας που απολαμβάνει μόνο διά της οράσεως, χωρίς καν να αυνανιστεί. Είμαι ειδικός στην εν λόγω διαστροφή ***** γιατί το έχω σπουδάσει και το έχω ασκήσει. Επαγγελματίας ματάκιας (κινηματογραφιστής).
Μέχρι πριν αρχίσουν να πέφτουν άγρια γαμήσια (hardcore) ακόμα και στην mainstream κινηματογραφία (cinema) το επιχείρημα για την ηθικοποίηση και την όποια «νομιμοποίηση» του ερωτισμού (ερωτικές σκηνές, γυμνό) στον κινηματογράφο ήταν το κριτήριο του αν «δένει με το σενάριο» και δεν «σπάει» την αφηγηματική δομή. Σε γενικές γραμμές το έλεγαν: «υπηρετεί το σενάριο». Τα αισθητικά κριτήρια και η αισθητικό-τεχνική ανάλυση εισέρχονταν στην απολογητική, που ασκούσε ο σκηνοθέτης – δημιουργός (auteur) ή οι κριτικοί, όταν επικοινωνούσαν ή απλά προπαγάνδιζαν στο πιο ειδικό κοινό (σινεφίλ και «μυημένοι») το έργο τέχνης προκειμένου να πουλήσει ή για να το πούμε κάπως κουλτουριάρικα να κάνει εισιτήρια. Στο Ραγιαδιστάν η τέχνη γενικώς, κυρίως όμως του κινηματογράφου που είναι ακριβό σπορ, είναι κρατικοδίαιτη. Καθόλου παράδοξο αυτό αφού είμαστε έθνος ανάδελφον, very small agora και εθισμένοι στον κρατισμό. Προϋπόθεση για να στα ξανά-χώσει το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ) ήταν και είναι πρώτιστα οι πολιτικές άκρες (γενικό το κακό) και δευτερευόντως η αποδοχή που θα έχεις στις τάξεις του σινεφίλ κοινού, στους κουλτουριάρηδες και στα μπαράκια και καφέ των Εξαρχείων. Η συμμετοχή σου σε κάποιο πολιτικό φορέα όσο βοηθούσε άλλο τόσο εκνεύριζε τους κουλτουριάρηδες και τους «πολιτικοποιημένους» των άλλων σεχτών και γκρουπούσκουλων με αποτέλεσμα να είναι προτιμότερο να κινείσαι γενικώς στο «χώρο» (της ευρύτερης αριστεράς) και να έχεις πάθει ποιότητα. Τα καλλιτεχνικά κριτήρια σ΄ όλη την Εσπερία είναι υπόθεση ενός ή περισσότερων ιερατείων. Η «αποδόμηση» άρχισε βεβαίως στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις και όπως είναι σχεδόν μοιραίο τα προτεκτοράτα την «αναδόμησαν» ως παραγόμενο καλλιτεχνικό προϊόν μιμούμενοι το πρωτότυπο. Η μίμηση στη μίμηση (η τέχνη είναι ήδη μίμηση, ακόμα κι ως αρνητικό σημαινόμενο) παράγει μόνο σκατά. Από ένστικτο και φόβο περισσότερο νομίζω, παρά από εξυπνάδα, η εγχώρια «πνευματική ελίτ» μπετονάρισε, κι ακόμα κλείνει τρύπες, όλη την δυνατότητα επικοινωνίας της «λαϊκής ψυχής» με τα αισθητικό-καλλιτεχνικά ιερατεία. Τα της «Αριστεράς» ιερατεία υπήρξαν πιο αυταρχικά έναντι αυτών της Δεξιάς. Δεν εξετάζουμε εδώ ποιος έκανε καλύτερη τέχνη ή πιο τέχνη.. Κουλτουρομαλακίες οι «Αριστεροί», βιντεοταινίες της κακιάς ώρας οι «Δεξιοί». Οφείλω να ομολογήσω σαν ψυχρός και έντιμος επαγγελματίας ότι με τους «Δεξιούς» έφαγα ψωμάκι, μη σου πω παντεσπάνι, ενώ με τους «Αριστερούς» ούτε τα κόκαλα του σκύλου. Είναι εντυπωσιακό το ότι όλα τα Δεξιά αφεντικά μου και η ιεραρχία στην βιομηχανία του θεάματος ήξεραν πολύ καλά ότι είμαι αριστερός, ήμουν μάλιστα ακροαριστερός στα χρόνια των παχέων αγελάδων, και ποτέ δεν απαίτησαν από εμένα (έγγραφες ή έστω προφορικές) δηλώσεις εθνικοφροσύνης ή νομιμοφροσύνης. Σ΄ όλο τον πολιτισμένο κόσμο κι ο πιο στόκος «Δεξιός» κοιτάει την κονόμα και τις μπίζνες, δηλ. να κάνεις (καλά) την δουλειά σου σαν προλετάριος. Οι «Αριστεροί», ειδικά στο εγχώριο προτεκτοράτο, κοιτάνε την κονόμα «με άποψη» και σε πρήζουν στην καθοδήγηση, την ιεραποστολή και την ηθικολογία. Το 99,99% από δαύτους είναι ξεπαρεού, μονόχνοτοι, φραγκοφονιάδες κ.ά. φαιδρά. Έχουν όμως το ελάχιστο ταλέντο, μερικοί, να πουλάνε τα ελαττώματά τους ως άποψη και ως «μύθο (βιογραφία) του καλλιτέχνη».
Μπορείτε να υποθέσετε όλα τα τσογλάνια του αριστερισμού πως είμαι, λόγω εμπειριών και βιωμάτων, εμπαθής με τους εγχώριους κουλτουριαραίους. Ξέρω όμως τον χώρο, πολιτικό και καλλιτεχνικό, καλά, είμαι παλιά πουτάνα, οπότε αν παίξουμε σ΄ αυτό το γήπεδο την πουτσίσατε. Δεν με ενόχλησαν ποτέ τα «καλλιτεχνικά» σκουπίδια που παράξατε και συνεχίζετε να παράγετε. Έχω την ικανότητα να αλιεύσω τα μαργαριτάρια και το αισθητικό κριτήριο για να τα απολαύσω. Ως πολύ καλός επαγγελματίας δεν επέτρεψα ποτέ στον εαυτό μου οι πλούσιες αισθητικές, τεχνικές και καλλιτεχνικές γνώσεις μου, κυρίως όμως η πείρα, να νοθεύσουν την καθαρή ματιά του θεατή. Απολάμβανα από πάντα τον κινηματογράφο σαν ένας κοινός θεατής, ούτε καν cineφίλ. Προς χάριν ενημέρωσης, αφού είστε αγράμματα, σας πληροφορώ ότι υπάρχουν και κινηματογραφιστές που δεν βλέπουν και πολύ cinema, ή δεν βλέπουν καθόλου.
Δεν ξέρω αν ο Δένδιας είναι «αδερφή» και ειλικρινά δεν μ΄ ενδιαφέρει. Ο λόγος του, «μετά τα μπουκέτα» (θα μπορούσε να είναι και τίτλος φαρσοκωμωδίας μικρού μήκους), δένει με το σενάριο του «βιασμού» και μας επιστρέφει πίσω στις φτηνές βιντεοταινίες των 80s με μία essence από μελό των 60s. Δεν μίλησε εν θερμώ αλλά εν ψυχρώ, όπως δήλωσε ο ίδιος, τόσο όσο να με αφήσει με την απορία, για το πόσο πιο κλαψομούνα και δραματική θα ήταν στην αντίθετη περίπτωση. Τα αφόρητα κλισέ τα προσπερνάω. Οι πολιτικοί του Ραγιαδιστάν έχουν παντρευτεί τον «ξύλινο λόγο».
Το Ραγιαδιστάν «δίδαξε» σ΄ όλη την Ανατολή πως να έχεις όλα τα τεχνικό-οικονομικά ωφελήματα της Εσπερίας με φεουδαρχικές-πατριαρχικές δομές. Πολλές χώρες της Ανατολής αξιοποίησαν στο έπακρο τούτο το «πρότυπο». Οι εδώ κουλτουριαραίοι δεν είχαν αποδομήσει απλά το σενάριο (αφήγημα), αλλά του είχαν γαμήσει τον πατέρα και την μάνα. Η παρτούζα κεκλεισμένων των θυρών συνεχίζεται.. Το ισλάμ, στην αντίστοιχη διάρκεια (Καιρός) αναδομούσε τον Πατέρα-Λόγο του Κορανίου και όπως διαπιστώνουμε εσχάτως μπήκε (διείσδυσε) με φούρια στην Εσπερία με καταδήλωση ότι τα «γαμήσια» μόλις άρχισαν. Η Εσπερία ακόμη ψάχνεται στις συμπαραδηλώσεις, δείχνει όμως να βρίσκει σιγά σιγά περπατησιά. Το Ραγιαδιστάν δεν θα βρει βηματισμό ούτε του Αγίου Πούτσου ανήμερα.
Το κεφάλαιο «Πατήρ» μόλις άνοιξε το βιβλίο των ηρώων του τρόμου, τα γαμήσια έπονται και θα διαρκέσουν επί Μακρόν 😛 (τουλάχιστον) ή ακόμα καλύτερα θα το πω:
Την υγειά μου να ‘χω ο Μεγάλος (ποθητός) Φαλλός.
* Το αν η εξουσία και οι φορείς της (υποκείμενα) έχουν επιθυμία να εξουσιάσουν ή βούληση (θέληση για δύναμη), θα μας απασχολήσει σε επόμενο πόνημα.
** «Η παιγνιώδης φύση, μου επιβάλει..» ή «Η παιγνιώδης φύση μου, επιβάλει» ή άπειρα σχεδόν «μου».. Η έλλειψη κόμματος δεν καθορίζει (ή επιβάλει) την όποια έλλειψη νοήματος ούτε την κρίση των αξιών. Το σημαίνον και το σημαινόμενο μπορεί κατά καιρούς και κατά περίπτωση να ταυτίζονται σχεδόν χωρίς να χάνεται ο παιγνιώδης χαρακτήρας του λόγου. Όλα τούτα, μπορεί να μην σχετίζονται καν με την «πονηριά του λόγου». Δύναται αβίαστα ο καθείς να είναι ορθός ή ανορθόγραφος. Η μετωνυμία θα σώζει πάντα την Ποίηση και τον Λόγο σε πείσμα όλων των εξουσιαστών και των ιερατείων.
*** Επιθυμία, Ευχαρίστηση και Ηδονή δεν έχουν και πολλά κοινά, δεν είναι τόσο κοντά όσο νομίζουν οι περισσότεροι.. Ο Jacques Marie Émile Lacan είναι αυτός που στην μετά-νεωτερικότητα αναδομεί αυτές τις σημασίες με το να θέσει τον φαλλό και πάλι στο επίκεντρο της ψυχανάλυσης, όχι αυτή τη φορά κυρίως με τις αρνητικές σημασίες που του φόρτωσε η χριστιανική «σκουριά» και ο μοντέρνος οικονομισμός.
**** Δεν θα κάνουμε ψυχανάλυση του συγκεκριμένου ΝΑΖΙ εδώ. Δεν προσφέρω ιατρικές υπηρεσίες δωρεάν και σε κοινή θέα. Ειδικά τις ακραίες περιπτώσεις αριστεριστών, φασιστών και φιλελέρων όταν τις αναλαμβάνω χρεώνω ακριβά.
***** Είναι ορθό (σωστό) να μιλάμε για σεξουαλικές διαστροφές κι όχι για σεξουαλικές ανωμαλίες. Η ανωμαλία είναι ενσωματωμένη στη φυσική διαδικασία (φυσική ανωμαλία, σκεδαστικές δομές, fractal κ.ά.) ενώ η διαστροφή, όχι μόνο η σεξουαλική, είναι κατηγορούμενο του υποκειμένου και κατηγόρημα του Λόγου. Δεσμεύομαι να το αναλύσω περισσότερο, ελπίζω σύντομα, στην βάση της νομιμοποίησης της διαστροφής και της «ανάγκης» ή μη νομιμοποίησης των διαστροφών. Επιγραμματικά αναφέρω πως κάθε προσπάθεια νομιμοποίησης με αναγωγή από την τάξη του λόγου στη φύση, έστω και με αξιώσεις πλήρους αποφυσικοποίησης της, είναι παιδαριώδης και επικίνδυνη. Ο σκληρός πυρήνας του νέου ολοκληρωτισμού που ζούμε είναι κάπου εδώ. Το θέμα (πρόβλημα) υπερβαίνει το διαχρονικό και θεμελιακό ερώτημα της φιλοσοφίας: Φύσει ή Θέσει;